Παρασκευή 22 Δεκεμβρίου 2017

ΛΑΟΓΡΑΦΙΑ Ν. Γ. ΠΟΛΙΤΗ ΤΟΜΟΣ Α'

Ο Νικόλαος Πολίτης γεννήθηκε στις 3 Μαρτίου 1852 στο χωριό Γιάννιτσα (Ελαιοχώριον Καλαμάτας) και μεγάλωσε στην Καλαμάτα, όπου και τελείωσε το σχολείο. Παππούς του ήταν ο παπά-Νικόλαος Πολίτης συμμαχητής του Παπαφλέσσα στο Μανιάκι, ενώ ο πατέρας του Γεώργιος καταγόταν από το χωριό Γιαννιτσάνικα της επαρχίας Καλαμών και ήταν δικαστικός. Από τα μαθητικά του χρόνια είχε αναπτύξει ενδιαφέρον για την παραδοσιακή ζωή και, ως μαθητής γυμνασίου ακόμα, άρχισε να συντάσσει μια χειρόγραφη εφημερίδα που λεγόταν Ο Φιλόπαις.  Αρχίζει να δημοσιεύει λαογραφικές μελέτες σε περιοδικά, όπως η «Ευτέρπη» η «Πανδώρα» η «Εστία», «Χρυσαλλίς», «Φιλόστοργος μήτηρ». Το 1866 όταν ξεσπά η Κρητική επανάσταση επιχειρεί να καταταγεί εθελοντής σε ηλικία δεκατεσσάρων ετών, αλλά τελικά ανακαλύφθηκε από τους γονείς του και επέστρεψε σε αυτούς. Το 1868 με δική του πρωτοβουλία το Γυμνάσιο Καλαμάτας όπου φοιτούσε έδωσε παράσταση με τα έργα του Μολιέρου Ο Ακούσιος γάμος και ο χαρτοπαίκτης σε δική του μετάφραση, προκειμένου να συγκεντρωθούν χρήματα υπέρ των Κρητών προσφύγων που είχαν καταφύγει στη Μεσσηνία. Σπούδασε φιλολογία (1868-1872) και νομική (1874-1878) στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και το 1870 έγινε μέλος του Φιλολογικού Συλλόγου «Παρνασσός».
Εξέδωσε από κοινού με τον Σπυρίδωνα Λάμπρο τα Νεοελληνικά Ανάλεκτα Παρνασσού.
Απέκτησε τέσσερεις γιούς, μεταξύ τους τον πρωτότοκο φιλόλογο και κριτικό βιβλίου Γιώργο Πολίτη, τον σκηνοθέτη και θεατρικό κριτικό Φώτο Πολίτη και τον νεότερο, καθηγητή στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης και ακαδημαϊκό Λίνο Πολίτη.
Το 1871 βραβεύτηκε για τη μελέτη του Νεοελληνική Μυθολογία. Στο διάστημα 1876-1880 παρακολούθησε σπουδές στο Μόναχο, ως υπότροφος της ελληνικής κυβέρνησης, τις οποίες ολοκλήρωσε στο Έρλανγκεν όπου έλαβε το διδακτορικό του δίπλωμα. Το 1883 επιθυμώντας να συμβάλει στη δημιουργία εθνικής λογοτεχνικής παραγωγής εισηγείται την προκήρυξη διαγωνισμού για τη συγγραφή ελληνικού διηγήματος στον διευθυντή του περιοδικού Εστία Γεώργιο Κασδόνη. Το 1890 έγινε καθηγητής Μυθολογίας και Ελληνικής Αρχαιολογίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, του οποίου διατέλεσε και πρύτανης.
Ο Πολίτης ήταν ο πρώτος που δίδαξε πολιτικές και σκηνικές αρχαιότητες και ιστορία θρησκευμάτων σε συγκριτική βάση πριν καθιερωθεί ως διδακτικό αντικείμενο στη θεολογική σχολή. Στο διάστημα 1889-1890 ήταν συνδιευθυντής του περιοδικού Εστία, μαζί με τον Γεώργιο Δροσίνη. Όταν δημοσίευε κείμενα στην Εστία απέφευγε να παραθέτει το όνομά του θεωρώντας πως δεν ήταν αντιπροσωπευτικά της όλης δημιουργίας του. Το 1908 ίδρυσε την Ελληνική Λαογραφική Εταιρεία (ο ίδιος είχε εισηγηθεί τον όρο «λαογραφία» ως αντίστοιχο των ευρωπαϊκών όρων Folklore και Volkskunde), το 1909 ξεκίνησε την έκδοση του περιοδικού «Λαογραφία» και το 1918 ίδρυσε το Λαογραφικό Αρχείο.
Ο Πολίτης συστηματοποίησε το έργο της λαογραφίας, ώστε να καλύπτει όλο το φάσμα των εκδηλώσεων του παραδοσιακού βίου: μνημεία λόγου (τραγούδια, παροιμίες, ευχές, διηγήσεις κ.α.), κοινωνική οργάνωση, καθημερινή ζωή (ενδυμασία, τροφή, κατοικία), επαγγελματικό βίο (γεωργικό, ποιμενικό, ναυτικό), θρησκευτική ζωή, δίκαιο, λαϊκή φιλοσοφία και ιατρική, μαγεία και δεισιδαιμονικές συνήθειες, λαϊκή τέχνη, χορός και μουσική.
Η ενθάρρυνση της μελέτης της παραδοσιακής ζωής αποτέλεσε πηγή έμπνευσης για τη θεματική και την τεχνοτροπία τών ποιητών της Γενιάς του 1880 και των εκπροσώπων της ηθογραφικής πεζογραφίας.